- Βασίλειε
- Βασίλειοςroyalmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βασίλειε — βασίλειος royal masc voc sg βασίλειος royal masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βασίλει' — Βασίλειε , Βασίλειος royal masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; … Православная энциклопедия
βασίλει' — βασίλεια , βασίλεια queen fem nom/voc sg βασίλειαι , βασίλεια queen fem nom/voc pl βασίλεια , βασίλειον kingly dwelling neut nom/voc/acc pl βασίλεια , βασίλειος royal neut nom/voc/acc pl βασίλεια , βασίλειος royal neut nom/voc/acc pl βασίλειε ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κυρ — ο (Μ κῡρ) (ως τιμητική προσαγόρευση προτασσόμενη βαπτιστικού ονόματος ή ουσ. το οποίο δηλώνει αξίωμα ή επάγγελμα) κύριε (α. «κυρ Γιώργο» β. «κυρ δάσκαλε» γ. «κῡρ Βασίλειε», Ευστ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κύρι (κλητ. τού κύρις), με σίγηση τού ληκτικού ι… … Dictionary of Greek